Connect with us

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η δημοφιλέστατη «Τόσκα» του Πουτσίνι από την Εθνική Λυρική Σκηνή τον Ιούνιο στο Ηρώδειο

Με τη δημοφιλέστατη «Τόσκα» του Τζάκομο Πουτσίνι ανοίγει η Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) το πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου στο Ηρώδειο στις 1, 2, 6 και 11 Ιουνίου, σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού, σκηνοθεσία, σκηνικά και κοστούμια Ούγκο ντε ‘Ανα και αναβίωση σκηνοθεσίας Κατερίνας Πετσατώδη.

Η «Τόσκα», ένα μοναδικό οπερατικό θρίλερ, έκανε παγκόσμια πρεμιέρα το 1900 στη Ρώμη και θεωρείται μια από τις δημοφιλέστερες όπερες του ρεπερτορίου, όπου τα παράφορα πάθη υπογραμμίζονται από την άκρως υποβλητική μουσική του Τζάκομο Πουτσίνι. Στην Ελλάδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1942 από την ΕΛΣ, στο Θερινό Θέατρο της πλατείας Κλαυθμώνος, με τη δεκαεννιάχρονη Μαρία Κάλλας στον ομώνυμο ρόλο, και από τότε παρουσιάζεται πολύ συχνά μετά από ισχυρή απαίτηση του κοινού.

Η Φλόρια Τόσκα, μια ντίβα της όπερας, είναι μια γυναίκα παράφορα ερωτευμένη, που ζηλεύει παθολογικά τον σύντροφό της. Ο βαρόνος Σκάρπια, ένας σκοτεινός άνδρας με απόλυτη εξουσία, ηδονίζεται από τον πόνο των θυμάτων του. Ανάμεσα στους δύο βρίσκεται ο εραστής και αγνός πατριώτης Μάριο Καβαραντόσσι, ο οποίος οδηγείται στον θάνατο, όχι για τις ιδέες του, αλλά επειδή κατέχει την Τόσκα, την οποία ποθεί ο Σκάρπια. Η μηχανή είναι καλά στημένη: απ’ τις παγίδες του Σκάρπια δεν θα ξεφύγει κανείς.

Στη διαδικασία της σύνθεσης της «Τόσκας», η λέξη κλειδί για τον Πουτσίνι ήταν ο ρεαλισμός. ‘Αλλωστε, η Τόσκα είναι το κατεξοχήν έργο του κορυφαίου συνθέτη που ευθυγραμμίζεται στα ιδεώδη του βερισμού – του ιταλικού κινήματος του νατουραλισμού. Για τον Πουτσίνι ο ρεαλισμός έγκειται στην αγριότητα των καταστάσεων και των εντάσεων ανάμεσα στους πρωταγωνιστές και αποδίδεται από τη μουσική με τρόπο άμεσο, χωρίς αφύσικες ωραιοποιήσεις.

Η «Τόσκα» του Ούγκο ντε ‘Ανα -παραγωγή που πρωτοανέβηκε το 2012 στο Ηρώδειο- είναι συναρπαστική, δραματική και απολύτως συνεπής στο πνεύμα του συνθέτη, καθώς και στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο αναφέρεται το λιμπρέτο. Τα εντυπωσιακά σκηνικά, ένας τεράστιος σταυρός με τον εσταυρωμένο, μια ιερή τράπεζα, ένα εργαστήρι ζωγραφικής πλαισιώνονται από θεαματικές προβολές μνημείων της Ρώμης, θρησκευτικών συμβόλων, αλλά και βίντεο που δίνουν μια κινηματογραφική διάσταση στην παραγωγή.

Ο Ντε ‘Ανα, ο οποίος είναι παγκοσμίως διάσημος για τα μνημειώδη σκηνικά του και την εντυπωσιακή χρήση φωτισμών και βίντεο, έχει σκηνοθετήσει στις σπουδαιότερες όπερες στον κόσμο όπως, μεταξύ άλλων, Γερμανική Όπερα Βερολίνου, Βασιλική Όπερα Λονδίνου, Όπερα Σεβίλλης, Όπερα Τελ Αβίβ, Σκάλα Μιλάνου, Αρένα Βερόνας, Όπερα του Τόκυο και Λισέου Βαρκελώνης. Την αναβίωση της σκηνοθεσίας υπογράφει η Κατερίνα Πετσατώδη, Διευθύντρια Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

«Χωρίς αμφιβολία και όχι συμπτωματικά, η Τόσκα συγκαταλέγεται στις δημοφιλέστερες όπερες του Πουτσίνι. Ο Πουτσίνι επιθυμούσε να συνθέσει μια μελωδική όπερα: ήθελε να δημιουργήσει μια μουσική που έρχεται από την καρδιά και μιλάει στην καρδιά. Ως προς αυτό, ο μουσικός εμφανίζεται αδιαχώριστος από τον “άνθρωπο του θεάτρου”, όπως ο “μελωδιστής” δεν μπορεί να διαχωριστεί από τον “συμφωνιστή”» αναφέρει στο σημείωμά του, ο Ούγκο Ντε ‘Ανα και προσθέτει:

«Στη μουσική του διακρίνεται με σαφήνεια ο χαρακτήρας των σκηνικών προσώπων, τα χρώματα και οι χειρονομίες των ερμηνευτών. Ο ίδιος έλεγε: “Κάνω θέατρο, οπτικοποιώ τη σκηνική δράση”. Γι’ αυτόν τον λόγο, περισσότερο από άλλα έργα του, η Τόσκα σηματοδοτεί το πέρασμα στο πεδίο του βερισμού (επιμονή σε ρεαλιστικές λεπτομέρειες, αναζήτηση των σκηνικών εφέ με έντονες αποχρώσεις, οξυμμένα συναισθήματα, όπως ο έρωτας, το μίσος, το πνεύμα θυσίας, η αγάπη για την πατρίδα…), περιλαμβάνοντας ακόμα και σκληρές, νοσηρές όψεις, καθώς επίσης αποσπασματικούς, φορτισμένους διαλόγους έντονης δραματικότητας. Η πολύ γνωστή υπόθεση, μια ιστορία παθιασμένου έρωτα ανάμεσα στη Φλόρια Τόσκα και τον Μάριο Καβαραντόσσι, έχει ως φόντο μια πολιτική κατάσταση στην οποία επικρατεί έξαρση των ιδανικών της ελευθερίας και της δικαιοσύνης σε αντιδιαστολή προς τη δεσποτική και σκληρή εξουσία του Σκάρπια, ο οποίος με διαβολικό τρόπο καθορίζει μια ροή εξελίξεων που επιφέρει τον δικό του χαμό, την καταδίκη του εραστή της Τόσκας και τη θεαματική αυτοκτονία της ίδιας: “Ω, Σκάρπια, ενώπιον του Θεού!”».

Ο σχεδιασμός των εντυπωσιακών βιντεοπροβολών είναι του Σέρτζιο Μετάλλι – Ideogamma SRL και oι φωτισμοί του Βινίτσιο Κέλι, ενώ στην αναβίωση των φωτισμών είναι ο Χρήστος Τζιόγκας. Διευθύνει ο καταξιωμένος αρχιμουσικός και Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών Λουκάς Καρυτινός.

Για την «Τόσκα» η Εθνική Λυρική Σκηνή έχει εξασφαλίσει τη συμμετοχή κορυφαίων πρωταγωνιστών της όπερας με διεθνή ακτινοβολία. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο το κοινό θα έχει την ευκαιρία να δει και να ακούσει τις σπουδαίες υψιφώνους Γεβγκένια Μουραβιέβα (1 & 6/6) και Τσέλια Κοστέα (2 & 11/6). Τον ρόλο του Μάριο Καβαραντόσσι ερμηνεύουν δύο εξαιρετικοί τενόροι, ο Ρικκάρντο Μάσσι (1 & 6/6) και ο Καρλ Τάννερ (2 & 11/6), ενώ τον ρόλο του Σκάρπια δύο κορυφαίοι πρωταγωνιστές της ΕΛΣ, ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος (1 & 6/6) και ο Γιάννης Γιαννίσης (2 & 11/6).

Τον ρόλο του Τσέζαρε Αντζελόττι ερμηνεύει ο Τάσος Αποστόλου, του Νεωκόρου ο Πέτρος Μαγουλάς, τον Σαρρόνε και τον Δεσμοφύλακα ερμηνεύει o Βαγγέλης Μανιάτης, τον Σπολέττα ο Γιάννης Καλύβας και τον Βοσκό η Εβίτα Χιώτη. Τη Χορωδία της ΕΛΣ διευθύνει ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος και την Παιδική Χορωδία της ΕΛΣ η Κωνσταντίνα Πιτσιάκου.

Ν.Μπ.

ΦΩΤΟ Β. ΜΑΚΡΗΣ 

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Continue Reading
Advertisement

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Σήμερα το τελευταίο «αντίο» στον Μίμη Πλέσσα

Σήμερα Τετάρτη 9 Οκτωβρίου, στις 3 μμ., στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών θα γίνει η κηδεία του Μίμη Πλέσσα, όπως πληροφόρησε με ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα η σύζυγός του, Λουκίλα Καρρέρ Πλέσσα: “Θα αποχαιρετήσουμε τον Λατρεμένο μας Μίμη Πλέσσα την Τετάρτη 9 Οκτωβρίου στις 15.00 στο Α’ Κοιμητήριο Αθηνών”, έγραψε στο Facebook.

Ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα του Σαββάτου 5 Οκτωβρίου 2024, λίγες ημέρες πριν γιορτάσει τα 100στά γενέθλια, βυθίζοντας στη θλίψη τον καλλιτεχνικό κόσμο, αλλά και όλη τη χώρα.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Continue Reading

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Το Αργυρό Μετάλλιο της Θεσσαλονίκης απένειμε ο δήμος στον Διονύση Σαββόπουλο

«Η πλατεία ήταν γεμάτη» και ο κόσμος παρακολουθούσε τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης και τη Μικτή Χορωδία Θεσσαλονίκης, να παίζουν και να ερμηνεύουν τραγούδια του Διονύση Σαββόπουλου. Σε ένα ρεφρέν, ακούστηκε η φωνή του ίδιου του καλλιτέχνη να τραγουδά «Μην μιλάς άλλο για αγάπη, η αγάπη είναι παντού». Ακολούθησε η εμβληματική «Συννεφούλα», την οποία ο «Νιόνιος από τη Θεσσαλονίκη», τραγούδησε στο κοινό που συγκεντρώθηκε προς τιμήν του στην αυλή του δημαρχείου.

 

Εκτός από τραγούδια, μοιράστηκε και ιστορίες που τον συνδέουν με την πόλη όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε και «κουβαλούσε πάντα μαζί του», ακόμη κι όταν άλλαξε πόλη, χώρα ή ήπειρο. Φορώντας στο στήθος το Αργυρό Μετάλλιο της Θεσσαλονίκης, που του απένειμε λίγη ώρα πριν ο δήμαρχος Στέλιος Αγγελούδης, ο Διονύσης Σαββόπουλος «ταξίδεψε» συγγενείς, φίλους και θαυμαστές του, στο παρελθόν, παρουσιάζοντας με γλαφυρό τρόπο εικόνες και περιστατικά.

«Λυπάμαι πάρα πολύ που δεν βρίσκονται εν ζωή ο μπαμπάς μου και η μαμά μου, που τους έτρωγε η ανησυχία όσο ήμουν νέος “τι θα γίνει αυτό το παιδί;” Να! Προόδευσα! Με αναγνωρίζει η γενέθλια πόλη μου», είπε με το γνωστό του χιούμορ αμέσως μετά την παραλαβή του μεταλλίου, τονίζοντας εμφατικά και με περηφάνια: «Μάλιστα κυρίες και κύριοι είμαι Σαλονικιός. γεννήθηκα εδώ στις 2 Δεκεμβρίου του ’44».

 

«Οφείλουμε πολλά στον άνθρωπο που παραμένει μέχρι σήμερα ένας από τους μεγαλύτερους δημιουργούς και κορυφαίους διαμορφωτές της ελληνικής τέχνης», τόνισε ο Δήμαρχος Στέλιος Αγγελούδης και απευθυνόμενος στον ίδιο τον καλλιτέχνη, είπε «είσαι πολλά παραπάνω από ένας “Έλλην που παίζει ροκ”. Είσαι οραματιστής, ποιητής του ελληνικού ροκ και της ελληνικής μουσικής γενικότερα, που αμφισβήτησε κατεστημένες πολιτικές νόρμες. Είσαι ο σπουδαίος τραγουδοποιός, ανατρεπτικός, μεγαλοφυής, υπερβατικός, αλλά κυρίως ο συμπολίτης μας, που εδώ και έξι δεκαετίες καταγράφεις και ντύνεις με στίχους και μελωδία τη νεοελληνική ιστορία. Και το πράττεις αυτό με τόλμη, με ρεαλισμό, με τη δική σου συναρπαστική ματιά και τη μοναδική καλλιτεχνική προσέγγιση που δεν μπαίνει σε καλούπια, δε συμβιβάζεται, ξεπερνώντας όρους αλλά και όρια».

 

Την εκδήλωση άνοιξε ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Σπύρος Βούγιας, που υπογράμμισε ότι ήταν ομόφωνη η απόφαση του σώματος να απονείμει στον Διονύση Σαββόπουλο το Αργυρό Μετάλλιο της Θεσσαλονίκης, «για την τεράστια προσφορά του στο σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, την ιδιαίτερη συμβολή του στην προβολή της Θεσσαλονίκης και στη διαμόρφωση της συλλογικής μας αυτογνωσίας και της πολιτισμικής μας ταυτότητας». «Αγαπημένε μας Διονύση, καλωσόρισες στο σπίτι σου», του είπε χαρακτηριστικά και αναφέρθηκε στα σημαντικότερα βιογραφικά του στοιχεία.

 

Ιστορία από …την κοιλιά

 

Η πρώτη ιστορία που μοιράστηκε ο Διονύσης Σαββόπουλος με το κοινό, ήταν των τελευταίων λεπτών πριν έρθει στη ζωή, ένα γεγονός που αγαπά να διηγείται και το έκανε ξανά χθες βράδυ. «Την ημέρα που έπιασαν οι πόνοι τη μάνα μου, βγήκε η οικογένεια στο δρόμο να βρει όχημα να πάει στο μαιευτήριο, αλλά ήταν μέρες χαοτικές στη Θεσσαλονίκη, δεν υπήρχαν λεωφορεία, μόνο κάτι γκαζοζέν περνούσαν και δεν σταματούσαν», ανέφερε, εξηγώντας ότι επρόκειτο για την περίοδο που στη Θεσσαλονίκη είχαν ήδη μπει τα στρατεύματα του ΕΛΑΣ (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός) με το Μάρκο Βαφειάδη και την πολιτική διοίκηση της πόλης είχε αναλάβει το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο).

 

«Στη γειτονιά μας, στην οδό Ζαννα -μία μικρή παράλληλο της Μπότσαρη, εκεί που έκανε γωνία με την Βασιλίσσης Όλγας, υπήρχε ένα μεγάλο κτήριο, μισοκατεστραμμένο από βόμβα, όπου είχε εγκατασταθεί ή μονάδα του ΕΛΑΣ», είπε ο κ. Σαββόπουλος. Στον φρουρό που στέκονταν στην πύλη απευθύνθηκε η γιαγιά του, ο οποίος ανταποκρίθηκε με μεγάλη προθυμία και τους οδήγησε στο μαιευτήριο με μία μοτοσικλέτα με …καλαθούνα στο πλάι. «Επιβιβαστήκαμε στην καλαθούνα εγώ (πριν γίνω εγώ) και η μητέρα μου και στο τιμόνι κάθισε καταχαρούμενος ο …ορίτζιναλ ΕΛΑΣίτης, με φυσεκλίκια και γένια, ο οποίος έλεγε: “Γεια σου συντρόφισσα” και βρούμ την μοτοσικλέτα… “Και τι θα το κάνουμε το παιδί συντρόφισσα; Κομμουνιστή θα το κάνουμε!” και βρουμ βρουμ. Και με κρότους και καπνούς φτάσαμε στο μαιευτήριο, όπου γεννήθηκα άμα τη αφίξει», είπε χαρακτηριστικά.

 

Ο θαυμαστός κόσμος του νεαρού Διονύση

 

Αν και τα πρώτα χρόνια της ζωής του μαίνονταν τριγύρω τους ο εμφύλιος, με τα παιδικά του μάτια έβλεπε έναν παράδεισο και έναν κόσμο θαυμάτων. Στη γειτονιά του δέσποζαν αρχοντικά σπίτια -αν και σε παρακμή, με εγκαταλελειμμένους κήπους, συχνά χωρίς κουφώματα, και σε κάποια έπεφταν οι σοβάδες. «Όμως πάνω σε αυτή τη φθαρμένη όψη υπήρχε η αντανάκλαση ενός μεγαλείου το οποίο προϋπήρξε, μιας Θεσσαλονίκης άλλης, πολυεθνικής, ανεκτικής και προπαντός κοσμοπολίτικης. Το ωραίο είναι ότι αυτή η αίσθηση υπήρχε στον αέρα και την ξέρουμε πολύ καλά όσοι γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε εκείνα τα χρόνια εδώ πέρα», σημείωσε.

 

Ένα τέτοιο διώροφο σπίτι ήταν αυτό που νοίκιαζε και η δική του οικογένεια, με τη σπιτονοικοκυρά, την κυρία Ούλα, να μένει στον επάνω όροφο. Η αυλή του σπιτιού αν και απεριποίητη, αφημένη και γεμάτη χόρτα, είχε «μία τεράστια ακακία που έκανε ωραία δροσιά το καλοκαίρι, δύο βερικοκιές, μία δαμασκηνιά και οι περικοκλάδες είχαν κάνει άτακτες αψίδες», περιέγραψε λέγοντας πως η κ. Ούλα είχε περιφράξει το μεγαλύτερο μέρος της αυλής και είχε βάλει μέσα να τρέχουνε δύο …ελαφάκια, ένα αρσενικό και θηλυκό, τον Αλή και τη Βασίλω.

Θυμήθηκε ακόμα πόσο τον εντυπωσίαζε όταν σταματούσε απότομα η κίνηση στους δρόμους και οι άνθρωποι κοκκάλωναν κάθε Κυριακή απόγευμα, που γινόταν η υποστολή της σημαίας στο Λευκό Πύργο υπό τους ήχους της φιλαρμονικής που παιάνιζε τον εθνικό ύμνο, του ήρθαν μνήμες από τον Κυριακάτικο περίπατο στην παλιά παραλία, από τους τέσσερις κινηματογράφους της πλατείας Αριστοτέλους, τους σερβιτόρους που πηγαινοέρχονταν κατάκοποι κρατώντας τους δίσκους, αλλά και τα φουσκωμένα μπαλόνια, το μαλλί της γριάς που περιέγραψε ως ένα «ροζ σύννεφο που μπορούσες και να το τρως», αλλά και τα φουρφούρια, τα οποία -όπως είπε- λανθασμένα στην Αθήνα αποκαλούν «μύλους».

 

Οι θύμησές του επεκτάθηκαν και στην ‘Άνω Πόλη, που επισκέπτονταν τη Μονή Βλατάδων και από εκεί είχε μπροστά στα πόδια του την αγαπημένη του πόλη, τη θάλασσα και απέναντι τον χιονισμένο Όλυμπο. «Είχε ένα πολύ ωραίο κήπο όλο παγώνια κι εγώ προσπαθούσα να μιμηθώ την κραυγή τους για να τα κάνω να ανοίξουν αυτήν την έγχρωμη ουρά, ένα μέτρο φτέρωμα με κάτι χρώματα… Ένα μπλε ρουά κι ένα βαθύ πράσινο και είχαν κι αυτούς τους οφθαλμούς τα φτερά τους…», είπε ξαναζώντας την εικόνα.

 

Θυμήθηκε το 12ο δημοτικό σχολείο στο οποίο πήγε, την παιδαγωγική ακαδημία, το ιστορικό 5ο Γυμνάσιο Αρρένων, αλλά και την εκκλησία της Αναλήψεως ακριβώς απέναντι, που ως λυκόπουλο κρατούσε κι αυτός το κοντάρι τη Μ. Παρασκευή για να βάζει σε τάξη το προσκύνημα του επιταφίου. «Κρατάω φιλίες με τους συμμαθητές μου από τότε, κι απ’ τα λυκόπουλα ακόμα, και φυσικά και με τους φίλους που γνώρισα στη Θεσσαλονίκη αργότερα», ανέφερε με συγκίνηση και εξήγησε ότι αυτός είναι ο λόγος που ποτέ δεν πήρε τα εκλογικά του δικαιώματα από την πόλη.

 

Η κάθοδος στην Αθήνα το 1963

 

«Είναι αλήθεια ότι έφυγα νέος από τη Θεσσαλονίκη, τα ήθελε ο …απ’ αυτός μου», είπε ο Διονύσης Σαββόπουλος και προσπάθησε να εξηγήσει την απόφασή του να εγκαταλείψει τις σπουδές του στη νομική και να πάει στην Αθήνα για να ασχοληθεί με τη μουσική. «Η Θεσσαλονίκη -όπως ξέρετε, είναι κομμάτι “τσιφτετελού”. Ένα ρεπερτόριο σαν το δικό μου θα δυσκολεύονταν εκείνη την εποχή εδώ. Δεν είχαν έρθει ακόμα αντιπροσωπείες των δισκογραφικών εταιριών, ούτε υπήρχε μαγαζί κατάλληλο, ούτε υπήρχαν στούντιο», ανέφερε, λέγοντας πως όταν η κατάσταση άλλαξε έκανε δουλειές εδώ και έγραψε δίσκους μόνος, αλλά και με τον Νίκο Παπάζογλου ή τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα.

 

Μίλησε ακόμα για τους ανθρώπους που τον επηρέασαν προσωπικά και επαγγελματικά, τους ποιητές τους οποίους διάβαζε και συναναστρεφόταν, όπως ο Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, ο Γιώργος Ιωάννου, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, η Ζωή Καρέλλη, ο Μανόλης Αναγνωστάκης. «Μαθητής αυτής της σχολής ήμουν και σε αυτή τη σχολή θέλω να ανήκω. Και σαν μαθητής αυτής της σχολής έκανα ό,τι έκανα και άσκησα την όποια επιρροή μου στο ελληνικό τραγούδι και στους νεότερους», επισήμανε, ενώ δεν έλειψαν οι ευχές του για περαστικά στην επίσης Θεσσαλονικιά Μαρινέλα.

 

«Νιόνιος ο αήττητος» – ‘Άρθρο του Γ. Σκαμπαρδώνη

 

Με αφορμή την απονομή του Αργυρού Μεταλλίου της Θεσσαλονίκης στον Διονύση Σαββόπουλο, ο πεζογράφος και δημοσιογράφος Γιώργος Σκαμπαρδώνης έγραψε το παρακάτω άρθρο:

«Ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι μια ξεχωριστή και μάλλον ανεπανάληπτη περίπτωση – δεν προέκυψε από μουσική οικογένεια, κανείς στη φαμίλια του δεν φαινόταν να έχει καλλιτεχνικές τάσεις κι αυτός αναδύθηκε ως απρόσμενο, άγριο λουλούδι στον βράχο. Προφανώς πρόκειται για μια ιδιοφυή περίπτωση. Η συγκρότησή του και το ότι πολύ νωρίς βρήκε ένα δικό του ύφος το οποίο εξελίχθηκε μετά προς τη ίδια κατεύθυνση πιο εμπλουτισμένο και θαλερό, η δημιουργική του πνοή και η θεματογραφία του που κινείται μεταξύ λυρισμού, τραγικότητας και ευτραπελίας είναι δυσεξήγητα στοιχεία της ιδιοπροσωπίας του. Περιέχει κάποια σύνθεση πληθωρικής δωρεάς, όρασης, ταλέντου και οξυδέρκειας, που σύμφωνα και με τον ίδιο, έχει καταγωγή και αναφορές στην λογοτεχνική σχολή της Θεσσαλονίκης, στον Πεντζίκη, στον Ιωάννου, στον Χριστιανόπουλο, στον Ασλάνογλου. Αλλά η στιχουργία του αντλεί από όλη την διαδρομή του ελληνισμού μέσα στους αιώνες, από τον Αριστοφάνη ως το βυζαντινό μέλος, από το δημοτικό τραγούδι ως την ροκ αντίληψη, το παιδικό άσμα και τον ραπ διασκελισμό. Μουσικά ο Νιόνιος αφομοιώνει υλικό από πολλές περιοχές επίσης, απ’ την μπαλάντα, την καντάδα, το ρεμπέτικο, το λαϊκό, το δημώδες, από ευρωπαϊκές μελωδίες και από μεγάλους σύγχρονους δημιουργούς, ευρωπαίους κι αμερικάνους φτιάχνοντας ένα δικό του, ρέον, σαββοπουλικό αμάλγαμα το οποίο μεταστοιχειώνει, πραγματώνει μοναδικά επί σκηνής όντας ένας από τους πιο προικισμένους περφόμερς στην μουσική μας ιστορία. Ο Διονύσης είναι ολιστικός καλλιτέχνης, με την έννοια ότι δημιουργεί ένα τραγούδι εκ του μη όντος, συνθέτοντας μόνος του στίχους και μουσική και το ερμηνεύει ο ίδιος προικίζοντάς το με επιπλέον στοιχεία ιδιοχρώματος και μοναδικότητας. Η ακμή του, επί εξήντα χρόνια, είναι διαρκής και αδιάπτωτη. Μας παραδίδει ένα μεγάλο, λαμπρό έργο, συναρπαστικό, αιχμηρό, λυρικό και τρυφερό, παρεμβατικό και βαθύ, συγκινητικό, πειρακτικό και τερπνό – για πάντα».

 

 

Βαρβάρα Καζαντζίδου

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Continue Reading

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

17ο Animasyros: Επτά γεμάτες μέρες με την αφρόκρεμα του παγκόσμιου ανιμέισον

Η φετινή διοργάνωση του 17ου Animasyros powered by ΔΕΗ Διεθνούς Φεστιβάλ Κινουμένων Σχεδίων τα είχε όλα: 7 γεμάτες μέρες με το μεγαλύτερο και πιο πλούσιο πρόγραμμα από ποτέ με 261 ταινίες – την αφρόκρεμα του παγκόσμιου ανιμέισον, 8 διαγωνιστικά τμήματα, το καθιερωμένο Διεθνές Πανόραμα, πέντε αφιερώματα («Αφρική: Μια Ήπειρος Κινουμένων Σχεδίων», Σλοβακία, Μεξικό, Τσεχία και Animapride σε επιμέλεια Κωνσταντίνου Γιάνναρη), τα θρυλικά ευρωπαϊκά βραβεία Emile Awards, ταινίες ειδικά επιλεγμένες για παιδιά, πρωτότυπα εργαστήρια για όλους, την καθιερωμένη Αγορά, τόπο συνάντησης της παγκόσμιας δημιουργίας με καλεσμένους περισσότερους από 100 επαγγελματίες από 20 χώρες, επισκέπτες απ’ όλο τον κόσμο που ήρθαν πρώτη φορά την Ελλάδα αλλά και αγαπημένους φίλους του Φεστιβάλ που, κάθε Σεπτέμβριο εδώ και 17 χρόνια, δίνουν ραντεβού στο νησί της Σύρου.

Η πανηγυρική τελετή λήξης και απονομής των βραβείων πραγματοποιήθηκε στο ιστορικό Θέατρο Απόλλων, το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου, σε κλίμα μεγάλης χαράς αλλά και συγκίνησης. Την τελετή παρουσίασε η Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Φεστιβάλ Μαρία Ανεστοπούλου.

Η τελετή ξεκίνησε με την προβολή της ταινίας μικρού μήκους «Ενενήντα δεύτερα για την Αρλέτα». Πρόκειται για την πέμπτη ταινία της σειράς «Ενενήντα Δεύτερα» σε συνεργασία με τον ραδιοφωνικό σταθμό Μελωδία 99,2 όπου η ζωή πολυαγαπημένων Ελλήνων τραγουδοποιών και τραγουδιστών που έχουν αφήσει εποχή στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού πλαισιωμένη από ένα εμβληματικό τραγούδι τους, γίνεται ταινία ανιμέισον από ανερχόμενους σκηνοθέτες. Ένα animated biopic αφιερωμένο στη σπουδαία δημιουργό χαρτογράφησε με χρήση μικτών τεχνικών ανιμέισον μια φανταστική διαδρομή της Αρλέτας στην αγαπημένη της γειτονιά στην Αθήνα, τα Εξάρχεια, με φόντο το τρυφερό και ουμανιστικό τραγούδι της «Τα μικρά παιδιά», σε νέα εκτέλεση από τον στενό της φίλο Γιώργη Χριστοδούλου.

Ο αγαπημένος τραγουδοποιός, ο οποίος βρέθηκε στη Σύρο για το Φεστιβάλ, ερμήνευσε με τον δικό του μοναδικό τρόπο «Τα ήσυχα βράδια» της Αρλέτας και όλο το θέατρο σιγοτραγούδησε μαζί του σε μία από τις πιο συγκινητικές στιγμές της βραδιάς. Αμέσως μετά, στη σκηνή ανέβηκαν ο Δημήτρης Βραχνός, Διευθυντής Προγράμματος του Μελωδία 99.2, η ‘Αρτεμις Καραμάνη και η Κατερίνα Καϊσίδου που ανέλαβαν την σκηνοθεσία και ο Χαράλαμπος Μαργαρίτης που ανέλαβε την επιμέλεια σκηνοθεσίας και μοντάζ της ταινίας «Ενενήντα δεύτερα για την Αρλέτα» και μίλησαν για το πρότζεκτ.

Ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες του Animasyros είναι οι εκπαιδευτικές δράσεις που φέρνουν σε επαφή άτομα όλων των ηλικιών και κοινωνικών ομάδων με την τέχνη του ανιμέισον. Στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποιήθηκαν 7 εκπαιδευτικά εργαστήρια που άντλησαν έμπνευση από την κεντρική θεματική της φετινής διοργάνωσης «Αφρική: Μια Ήπειρος Κινουμένων Σχεδίων». Στη διάρκεια της εκδήλωσης, το κοινό του Φεστιβάλ είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τις ταινίες – καρπό των εργαστηρίων και να γνωρίσει τους εκπαιδευτές και τους συμμετέχοντες, οι οποίοι μοιράστηκαν τις εμπειρίες τους με το κοινό.

Τα Βραβεία των 8 διαγωνιστικών τμημάτων

Το κοινό είχε και φέτος μια ιδιαίτερη θέση στο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ και απένειμε το δικό του βραβείο στην ταινία που αγάπησε περισσότερο. Το Βραβείο Κοινού του Animasyros 2024 powered by ΔΕΗ κέρδισε η βραβευμένη με Όσκαρ ταινία του Hayao Miyazaki «Το Αγόρι και ο Ερωδιός», η οποία απέσπασε τις θερμότερες εντυπώσεις.

Η κατηγορία K.ID.S φέτος παρουσίασε 20 σύγχρονα παραμύθια, ιστορίες για το ταξίδι της ενηλικίωσης, τις οικογενειακές σχέσεις, την τεχνολογία και την αγάπη για τα ζώα. Το πρώτο βραβείο απέσπασε το «Beurk!» του Loïc Espuche από τη Γαλλία. «Με έναν αστείο, ασυνήθιστο, τολμηρό και ευρηματικό τρόπο πραγματεύεται θέματα που ως επί το πλείστον παραμένουν ανείπωτα, όπως τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα των παιδιών, η πίεση των συνομηλίκων και η αποδοχή των ερωτικών συναισθημάτων μεταξύ των μεγαλύτερων ανθρώπων και των γονιών μας», ανέφερε σχετικά η κριτική επιτροπή.

Το Βραβείο Ευρωπαϊκών Αξιών: #ThisIsEU που απονέμεται από την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα κέρδισε το «T-Zero», σε σκηνοθεσία του Vicente Nirō από την Πορτογαλία. Σύμφωνα με την κριτική επιτροπή, πρόκειται για «μια ταινία που χαρακτηρίζεται από ειλικρίνεια, χιούμορ και μέσα σε λίγα λεπτά παρέχει μια συνοπτική περιγραφή του πολύπλοκου θέματος της στέγασης και του εξευγενισμού των ευρωπαϊκών πόλεων».

To διαγωνιστικό τμήμα Animapride περιλαμβάνει ταινίες με LGBTQI+ περιεχόμενο και αναδεικνύει τη δημιουργικότητα με τρόπο συμπεριληπτικό. Η κριτική επιτροπή, αφού έκανε ειδική αναφορά στις ταινίες «Cherry Passion Fruit» του Renato José Duque από την Πορτογαλία και «Little One» του John Clister Santos από τις Φιλιππίνες, απένειμε το βραβείο στη γαλλική ταινία «Gigi» της Cynthia Calvi. «Μια ταινία που μας άγγιξε όλους με τα οικουμενικά της θέματα της ευτυχίας και της αυτοαποδοχής», τόνισαν χαρακτηριστικά.

Το βραβείο της κατηγορίας Τηλεοπτικές και Κατά Παραγγελία Ταινίες (TV & Commissioned Films) απέσπασε το «À toi» του Stéphane Berla από τη Γαλλία. «Ένα μαγευτικό μουσικό βίντεο που ακολουθεί το ταξίδι δύο χαρακτήρων καθώς αναπτύσσονται και συνδέονται μεταξύ τους. Το ανιμέισον, η τεχνική και η αφήγηση είναι έξυπνα μελετημένα ως ένα ενιαίο πλάνο με το κοινό να περιμένει με αγωνία για το τι πρόκειται να ακολουθήσει», δήλωσε η κριτική επιτροπή.

Το μεγάλο βραβείο στην κατηγορία του Φοιτητικού Διαγωνιστικού τμήματος απέσπασε η ταινία «It’s Just A Whole» της Bianca Scali. Η κριτική επιτροπή εντυπωσιάστηκε από την μοναδική τεχνική των μικτών μέσων της ταινίας, η οποία καταδεικνύει τις απίστευτες ικανότητες της Bianca Scali ως κινηματογραφίστριας και αφηγήτριας. «Κάθε καρέ είναι σχολαστικά επεξεργασμένο και κάθε πτυχή του ηχητικού σχεδιασμού προσθέτει ένα νέο επίπεδο στην εμπειρία του θεατή, ενισχύοντας το συναισθηματικό βάθος και την εμβάθυνση», όπως επεσήμαναν.

Στη συνέχεια, σειρά είχε το βραβείο του Ελληνικού Διαγωνιστικού τμήματος, θεσμοθετημένο από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και συνοδευόμενο από το χρηματικό έπαθλο των 1.500 ευρώ. Το βραβείο απονεμήθηκε στην ταινία «Underground» του Γιάννη Χριστοφόρου, «μια εξαιρετικά πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα βασική ιδέα η οποία αναπτύχθηκε με πολύ συνοπτικό και έξυπνο τρόπο».

Φέτος, εγκαινιάστηκαν δύο ακόμη νέα βραβεία, με την υποστήριξη της ΕΡΤ, το Βραβείο της Καλύτερης Ελληνικής Φοιτητικής Ταινίας καθώς και το Βραβείο του Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Έλληνα δημιουργού, συνοδευόμενα επίσης από το χρηματικό έπαθλο των 1.500 ευρώ. Η κριτική επιτροπή απένειμε το βραβείο για την Καλύτερη Ελληνική Φοιτητική Ταινία στην ταινία «Echoes» του Robinson Drossos «για τη μαγευτική ατμόσφαιρα και τον αισθητηριακό, καθηλωτικό και πειραματικό χαρακτήρα», ενώ το βραβείο του Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Έλληνα δημιουργού κέρδισε ο Κίμωνας Παπαδάτος για το «The Gabardine».

Το μεγάλο βραβείο της κατηγορίας του Διεθνούς Διαγωνιστικού τμήματος, που αποτελεί τη ναυαρχίδα του φεστιβάλ, απονεμήθηκε στην βελγική παραγωγή «Beautiful Men» σε σκηνοθεσία του Nicolas Keppens. «Μια αιχμηρή και σαγηνευτική ταινία, που δείχνει την ευθραυστότητα των ανδρών με έναν πολύ ειλικρινή και πρωτότυπο τρόπο, διατηρώντας μια εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ», ανέφεραν οι κριτές.

Ν. Μπ.

 * Το ΑΠΕ-ΜΠΕ είναι χορηγός επικοινωνίας της διοργάνωσης

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Continue Reading

ΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ