Η πρώτη έρευνα, η οποία καταγράφει τα αγγλόφωνα λεξικά και τις εγκυκλοπαίδειες του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα, που αναφέρονται στη Θεσσαλονίκη, αναδεικνύει τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της πόλης, ένα «μωσαϊκό εθνοτήτων», όπως την καταγράφουν οι ιστορικοί. Η Θεσσαλονίκη συγκεντρώνει πλήθος εμπόρων, προξένων και διπλωματών, στρατιωτικών, εκπροσώπων διαφόρων θρησκειών, οικονομικών απεσταλμένων δυτικών εταιρειών και περιηγητών που αποτυπώνουν τη φυσιογνωμία της πόλης. Μία από τις πρώτες αναφορές που υπάρχουν για την πόλη της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στο γεωγραφικό λεξικό του Edmund Bohun, που εκδόθηκε το 1688.
«Πέρα από τις περιγραφές των περιηγητών, πληροφορίες για την πόλη της Θεσσαλονίκης αντλούν οι ερευνητές και από τις πρώτες αγγλόφωνες εγκυκλοπαίδειες και λεξικά που κυκλοφορούν ευρέως την περίοδο αυτή στην Αγγλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και ενημερώνουν με σύντομες και κυρίως γενικές πληροφορίες», αναφέρει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ευστράτιος Βαχάρογλου, μεταδιδάκτωρ ερευνητής/Φιλοσοφική Σχολή ΑΠΘ, καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με αφορμή την εισήγησή του σε επιστημονική ημερίδα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιήθηκε πριν από λίγο καιρό, με θέμα: «Η Θεσσαλονίκη το πρώτο μισό του 19ου αιώνα».
Οι εγκυκλοπαίδειες που τυπώθηκαν στη Βρετανία έχουν περισσότερες πληροφορίες για την πόλη της Θεσσαλονίκης και μάλιστα σε οικονομικό επίπεδο, σε αντίθεση με αυτές τυπώθηκαν στην Αμερική, όπου οι πληροφορίες είναι πιο γενικές, γεωγραφικού και ιστορικού ενδιαφέροντος.
Η εικόνα της Θεσσαλονίκης στη Δύση
«Παρόλο που οι εγκυκλοπαίδειες λειτουργούν ως “φωτογραφικός φακός” διότι αποτυπώνουν την εικόνα της πόλης μια δεδομένη χρονική περίοδο, οι πληροφορίες που δίνουν είναι σημαντικές για τους ιστορικούς και ερευνητές, διότι εξάγονται συμπεράσματα για τις πληροφορίες που ενδιαφέρουν το αναγνωστικό κοινό την κάθε χρονική περίοδο, τους εμπορικούς, θρησκευτικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς δεσμούς των κρατών με την πόλη της Θεσσαλονίκης καθώς και ποια εικόνα της πόλης παρουσιάζεται στα δυτικά κράτη», σημειώνει ο κ. Βαχάρογλου.
Τη συγκεκριμένη περίοδο (1800-1852) που μελέτησε, ο ερευνητής κατέγραψε 46 εγκυκλοπαίδειες και λεξικά μαζί με τις επανεκδόσεις της εγκυκλοπαίδειας Britannica, που κυκλοφόρησαν σε Αγγλία και Ηνωμένες Πολιτείες. Από τις 46 εγκυκλοπαίδειες και λεξικά, οι 11 εκδόθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, και είτε αφορούν επανεκδόσεις εγκυκλοπαιδειών της Βρετανίας, είτε αυτόνομες εκδόσεις. Από το σύνολο των εκδόσεων το λήμμα της Θεσσαλονίκης συναντάται σε 40 εκδόσεις και επανεκδόσεις.
«Δίνεται βαρύτητα στην ιστορία σε συνδυασμό με τις αρχαιότητες της πόλης και τα μνημεία της, κυρίως τα θρησκευτικά που φτάνουν τα όρια της λεπτομέρειας. Μικρότερες καταγραφές παρουσιάζει η διοίκηση με αναφορές στον πασά (ηγέτη των μουσουλμάνων) και τον επίσκοπο (ηγέτη των χριστιανών), ενώ λιγότερες αναφορές έχουμε για τον καθολικό επίσκοπο. Τέλος καταγράφεται η αρχιτεκτονική της πόλης αλλά και η ιστορία της ονομασίας της», σημειώνει ο κ. Βαχάρογλου.
Τόσο στο πρώιμο λεξικό, με τίτλο «The great historical, geographical, genealogical and poetical dictionary»που δημοσίευσε το 1701 ο Jer. Collier στο Λονδίνο, όσο και στην εγκυκλοπαίδεια του Abraham Rees «The Cyclopaedia or Universal Dictionary», που εκδόθηκε επίσης στο Λονδίνο, τονίζεται το εμπόριο και τα προϊόντα που οι κάτοικοι εμπορεύονται, ενώ ο εβραϊκός πληθυσμός φαίνεται να κυριαρχεί στην οικονομία της πόλης- και όχι μόνο. Σε αυτό συνηγορεί η αναφορά ότι απαλλάσσονται από τους φόρους, διότι εφοδιάζουν τις υγειονομικές υπηρεσίες της πόλης με ύφασμα για τα ρούχα τους. Από τις ιστορικές πηγές δεν προκύπτει, αν και οι Έλληνες συμμετέχουν στα εμπορικά προνόμια που έδιναν τα οθωμανικά διατάγματα σε Εβραίους και Φράγκους, ενώ η εξήγηση που δίνεται είναι ότι προτεραιότητα των Ελλήνων εκείνη την εποχή ήταν η συμμετοχή τους στην Επανάσταση του 1821 και στον αγώνα για την απελευθέρωση.
Σημαντική αναφορά για την ιστορία της πόλης αποτελεί και αυτή στη λειτουργία δύο εβραϊκών κολλεγίων, με σπουδαία παρουσία στον χώρο της εκπαίδευσης, στα οποία σπούδαζαν μαθητές από όλα τα μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η διαδρομή του εμπορίου
Σύμφωνα με αρκετές πηγές, η διαδρομή του εμπορίου της εποχής ξεκινούσε από τη Θεσσαλονίκη, περνούσε από τις περιοχές της Βουλγαρίας Βίντιν και Όσοβο (Κόσοβο) και συνέχιζε στην αυστριακή αυτοκρατορία, καταλήγοντας στη Βιέννη.
Στη δεύτερη έκδοση του λεξικού «A Geographical Dictionary», το 1823, στη Βοστόνη, ο Joseph Emerson Worcester κάνει αναφορά στο σημαντικό εμπόριο της πόλης και μάλιστα την κατατάσσει δεύτερη σε εμπόριο μετά την Κωνσταντινούπολη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Προϊόντα που εξάγει η πόλη είναι βαμβάκι, καπνό, καλαμπόκι και μαλλί.
Το 1827, στην εγκυκλοπαίδεια «Encyclopaedia Londinensis», ο συγγραφέας John Wilkes, γνώστης των εμπορικών συναλλαγών της Θεσσαλονίκης με τις χώρες της Δύσης, υπογραμμίζει ότι το εμπόριο διεξάγεται κυρίως από τους Έλληνες, τους Εβραίους, και από τους Φράγκους.
Οι έμποροι είναι κυρίως Γάλλοι, Ιταλοί, Άγγλοι και Ολλανδοί, οι χώρες των οποίων διατηρούν προξενικά γραφεία λόγο του εμπορίου. Κάνει, επίσης, μια περιγραφή των τειχών και της τοποθεσίας της πόλης κι εξηγεί πόσο αυτή βοήθησε την ανάπτυξη του εμπορίου.
Τα προϊόντα απευθύνονται περισσότερο σε χώρες της Δύσης, ενώ υπολείπονται κοσμήματα, πολυτελή υφάσματα και άλλα είδη ανατολίτικης ενδυμασίας. Αυτό, σύμφωνα με τον ερευνητή, έχει να κάνει με το γεγονός ότι τα εμπορεύματα απευθύνονται σε ανθρώπους του Δυτικού κόσμου που επισκέπτονται πια την πόλη και διότι με το εμπόριο δεν ασχολούνται ιδιαίτερα οι Τούρκοι πολίτες.
Όσοι δεν ασχολούνται με το εμπόριο ανήκουν σε κατώτερες οικονομικά τάξεις και απασχολούνται ως αχθοφόροι στις αποβάθρες και στα εμπορικά γραφεία. Στο κάτω μέρος της πόλης, προς το λιμάνι, κατοικούν οι Φράγκοι, που αποτελούνται από Γάλλους και Γερμανούς.
Διέξοδος για τους Βρετανούς το λιμάνι της Θεσσαλονίκης
Τους λόγους για τους οποίους αναπτύχθηκε το εμπόριο στην πόλη, καταγράφει ο John Ramsay McCulloch, οικονομολόγος και γνώστης του αγγλικού εμπορίου. Σύμφωνα με τον ερευνητή, βασικός λόγος αποτελεί το αντι-εμπορικό σύστημα του Ναπολέοντα και το εμπάργκο που επέβαλε σε βρετανικά προϊόντα, καθώς και ο αποκλεισμός λιμανιών από τη διακίνηση βρετανικών προϊόντων, με αποτέλεσμα η Βρετανία να βρει διέξοδο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, απ’ όπου μετέφερε τα προϊόντα της στη Γερμανία, τη Ρωσία και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, ύστερα από εμπορικές συμφωνίες με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Το εμπόριο περιλαμβάνει εισαγωγές -κυρίως βαμβακιού- από τη Βρετανία, ενώ οι εξαγωγές αποτελούνταν από μετάξι και καπνό, μαλλί, ακατέργαστο βαμβάκι, σιτάρι και άλλα δημητριακά, λιναρόσπορο, καθώς και ξυλεία και καρύδια από το Άγιο Όρος.
Ο πληθυσμός της πόλης
Στο λεξικό «A Geographical Dictionary» του 1823 καταγράφεται για πρώτη φορά ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης. Πρώτοι σε πληθυσμό έρχονται οι Τούρκοι, με 35.000 κατοίκους, δεύτερη κοινότητα οι Έλληνες με 20.000, οι Εβραίοι με 12.000 και οι Φράγκοι με 3000. «Είναι σημαντικό πως αυτή την περίοδο ο πληθυσμός των Ελλήνων της πόλης έρχεται δεύτερος μετά τους Τούρκους, ενώ δεν καταγράφεται σλαβική παρουσία», σημειώνει ο κ. Βαχάρογλου.
Διαφορετικές καταγραφές του πληθυσμού αναφέρει το 1842, στον δεύτερο τόμο της εγκυκλοπαίδειας «A Dictionary, Geographical, Statistical and Historical», ο J. R. M.Culloch. Σε αυτόν αναφέρει ότι ο Mr. Walpole καταγράφει τον πληθυσμό σε 42.000, ο Μ. Beanjour σε 60.000, και αργότερα σε 70.000, εκ των οποίων περίπου τα τρία πέμπτα είναι Τούρκοι, και οι υπόλοιποι κυρίως Εβραίοι και Φράγκοι, με λίγους Έλληνες.
Τα μνημεία της Θεσσαλονίκης
Σε αρχαιολογικό επίπεδο οι περισσότερες αναφορές γίνονται για τα τείχη της πόλης με τους επτά πύργους, τα λείψανα του Ιπποδρόμου, τις στήλες με το όνομα Incantadas και την Αψίδα του Γαλέριου και του Μ. Κωνσταντίνου καθώς και η Ροτόντα με τα ανάκτορα του Γαλέριου. Από εκκλησίες εντυπωσιάζουν σε λεπτομέρεια οι περιγραφές για τον ‘Αγιο Δημήτριο και την Αγία Σοφία, ενώ τονίζεται «με σχετική δυσφορία», όπως αναφέρει ο κ. Βαχάρογλου, «η μετατροπή των υπόλοιπων χριστιανικών εκκλησιών σε τζαμιά».
Οι κύριες πηγές
Κύριες πηγές πληροφόρησης των εγκυκλοπαιδιστών, σύμφωνα με τον ερευνητή, αποτελούν τα κείμενα των περιηγητών DrHolland, Pococke, Dr. Clarke και Beaujour, για τους οποίους σημαντικές πληροφορίες έχουμε από την εργασία του Ευάγγελου Χεκίμογλου και του Αλέξανδρου Γρηγορίου «Η Θεσσαλονίκη των περιηγητών 1430-1930». Η έρευνα του κ. Βαχάρογλου, θα συνεχιστεί σε ολόκληρο τον 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ού αιώνα.
Δήμητρα Κεχαγιά
ΑΠΕ-ΜΠΕ